Δυό άντρες και οι ιστορίες τους συναντιούνται στο παλιό χώμα των Αιγών. Κάτω από τον καυτό ήλιο, ένας αρχαιολόγος φέρνει στην επιφάνεια μια ελληνιστική αγροικία και αναζητά τα απομεινάρια της ζωής των κατοίκων της. Ένας βετεράνος του μακεδονικού στρατού επιστρέφει στο σπίτι του απο τη νικηφόρα εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ανατολή κουβαλώντας την πολύτιμη αμοιβή του. Σχεδόν είκοσι τέσσερις αιώνες χωρίζουν τις δυο ιστορίες. Οι έννοιες που διαπερνούν το μυθιστόρημα είναι εκείνες της αποξένωσης, της ελπίδας, της προδοσίας και της αντίστασης στην αδυσώπητη μοίρα. Δεν πρωταγωνιστούν σπουδαίοι επιστήμονες και βασιλείς, αλλά συνηθισμένοι αρχαιολόγοι και στρατιώτες που έχουν να παλέψουν με τους δαίμονές τους. Τα λόγια του συγγραφέα αποκαλύπτουν τη βιωματική σχέση του αρχαιολόγου με τις ζωές των ανθρώπων οι οποίοι πατούσαν το χώμα που ανασκάπτει. «Καμιά φορά οι άνθρωποι μιλούν, όχι αυτοί που περιδιαβάζουν στη γη αλλά εκείνοι που το έκαναν κάποτε.Οι σκιές τους. Οι αρχαιολόγοι είναι εκείνοι που τους ακούν, τους αφουγκράζονται και προσπαθούν να πάρουν μια ιδέα από το αποτύπωμα το οποίο άφησε η σκιά τους. Ακούγεται δονκιχωτικό και ίσως να είναι, αλλά είναι το μόνο που ξέρουν να κάνουν καλά και που πιστεύουν ότι έχει κάποια αξία».
Ένα ανασκαφικό εργαλείο στο εξώφυλλο κόβει στα δύο τον τίτλο. Μια εικόνα που μας εισάγει αυτόματα στη διαδικασία της ανασκαφής που τέμνει τον χρόνο, όπως τέμνεται και η αφήγηση ανάμεσα στις δύο ιστορίες του μυθιστορήματος. Δύο άντρες, οι ιστορίες τους και οι δαίμονές τους συναντιούνται στο «Παλιό Χώμα» του Γιώργου Παπαζαφειρίου, που ξεκινά δυνατά, όπως μια κασμαδιά στο χώμα. >>>