Καθισμένη στο κρεβάτι της με τα χέρια σταυρωμένα πάνω στα διπλωμένα της γόνατα η Αρετή από την Μηλιά των Τζουμέρκων αναλογίζεται τον δρόμο που υποχρεώθηκε να κάνει μετά από έναν θανατηφόρο γάμο. Νεαρή νύφη έφτασε στα Άγναντα να στεφανωθεί με έναν άντρα που δεν είχε ποτέ της δει, που δέκα μέρες πριν τον γάμο της αγνοούσε ακόμη και την ύπαρξή του, και να συμβιώσει με μια πεθερά που δεν ήθελε να μοιράζεται τον γιο της με καμία άλλη γυναίκα. Μέσα στο σπίτι αυτό έζησε προσβολές, ταπεινώσεις, ύβρεις και δοκίμασε άγριο ξύλο μέχρι θανάτου, με συνέπεια να χάσει το παιδί που κυοφορούσε και που τόσο πολύ το ήθελε μέσα στην δυστυχία της, με την ελπίδα πως σαν έλθει το μωρό, θα γίνει η ζωή της καλύτερη. Μετά από αυτό το γεγονός μόνον μια επιλογή είχε η άτυχη Ηπειρωτοπούλα. Να φύγει, να βγει στον δρόμο και όπου φτάσει. Το ίδιο εκείνο βράδυ χωρίς να υπολογίσει το πυκνό χιόνι, χωρίς να σκεφτεί τίποτε, άνοιξε την πόρτα της δικής της κόλασης και χάθηκε στο σκοτάδι. Τον δρόμο που πήρε η Αρετή από εκείνη την νύχτα θα ακολουθήσουμε και εμείς για να γνωρίσουμε μαζί της το ταξίδι που έκανε μέχρι να βρει τον εαυτό της, να εκτιμήσει τις δυνάμεις της και να κατακτήσει σταθερή και ασφαλή γωνιά, όπως το επιθυμούσε.
Το βιβλίο “Καλό δρόμο, Αρετή” μας διηγείται την ιστορία της Αρετής, μιας νεαρής γυναίκας που ζει στην Ήπειρο στις αρχές του 20ού αιώνα. Δίνεται από τα αδέρφια της ως νύφη σε έναν άντρα βίαιο και ταυτόχρονα πλήρως εξαρτημένο από την ακόμα πιο βίαιη μητέρα του. Μαζί οι δυο τους κακοποιούν άσχημα την Αρετή, η οποία καταφέρνει να δραπετεύσει από το σπίτι τους και απομακρύνεται από το χωριό προσπαθώντας να βρει ένα νέο μέρος για να μείνει, όπου θα νιώθει ασφαλής. >>>